Which language do you want to learn?

Which language do you want to learn?

Personal Care and Hygiene Vocabulary in Greek

Student reviewing complex Japanese language sentences.

Learning a new language is an exciting journey and when it comes to Greek, knowing how to speak about personal care and hygiene could be particularly useful, whether you’re on vacation in Greece, visiting a Greek-speaking area or just want to expand your vocabulary. Here are some common Greek words related to personal care and hygiene, with their definitions and examples of how to use them in a sentence.

Σαμπουάν (sampouán) – Shampoo
Χρησιμοποιούμε σαμπουάν για να καθαρίσουμε τα μαλλιά μας.
Χρειάζομαι ένα νέο σαμπουάν γιατί τελείωσε το παλιό μου.

Σαπούνι (sapoúni) – Soap
Το σαπούνι είναι βασικό για την προσωπική υγιεινή.
Μην ξεχάσετε να αγοράσετε σαπούνι όταν πάτε στο σούπερ μάρκετ.

Οδοντόκρεμα (odontókrema) – Toothpaste
Η οδοντόκρεμα χρησιμοποιείται για το βούρτσισμα των δοντιών.
Πάντα βάζω πολλή οδοντόκρεμα στην οδοντόβουρτσα μου.

Σφουγγάρι (sfoungári) – Sponge
Το σφουγγάρι βοηθά στον καθαρισμό του δέρματος στο μπάνιο.
Θυμήσου να αλλάξεις το σφουγγάρι στο μπάνιο κάθε μήνα για λόγους υγιεινής.

Αποσμητικό (aposmitikó) – Deodorant
Το αποσμητικό προσφέρει προστασία από τη μυρωδιά του ιδρώτα.
Έχω πάντα ένα μικρό αποσμητικό στην τσάντα μου, για επείγουσες περιπτώσεις.

Ξυριστική μηχανή (ksiristikí michaní) – Razor
Η ξυριστική μηχανή είναι σημαντική για την αφαίρεση των ανεπιθύμητων τριχών.
Χρειάζομαι μια νέα ξυριστική μηχανή γιατί η παλιά έχει μουλιάσει.

Κολώνια (kolónia) – Cologne
Μια καλή κολώνια μπορεί να αφήσει μια ευχάριστη μυρωδιά για ώρες.
Κάθε φορά που βγαίνω έξω, βάζω λίγη κολώνια.

Μαλακτικό (malaktikó) – Conditioner
Το μαλακτικό χρησιμοποιείται μετά το σαμπουάν για να κάνει τα μαλλιά πιο μαλακά.
Αγόρασα ένα νέο μαλακτικό για να δοκιμάσω αν είναι καλύτερο από το παλιό μου.

Μαντηλάκια (mantilákia) – Wipes
Τα μαντηλάκια είναι πολύ βολικά για την γρήγορη καθαριότητα των χεριών ή του προσώπου.
Πάντα κρατάω ένα πακέτο μαντηλάκια στην τσάντα μου.

Φαρμακείο (farmakeío) – Pharmacy
Στο φαρμακείο μπορείτε να βρείτε διάφορα προϊόντα υγιεινής και περιποίησης.
Πρέπει να πάω στο φαρμακείο για να αγοράσω κάποια βιταμίνες.

By using these words in your daily conversations, you can communicate your needs more effectively while also practicing and expanding your Greek language skills. Keep in mind that immersion and constant use of new vocabulary will help in remembering and understanding these terms better. Enjoy your language-learning journey!

Talkpal is AI-powered language tutor. Learn 57+ languages 5x faster with revolutionary technology.

LEARN LANGUAGES FASTER
WITH AI

Learn 5x Faster