Κάθε Σάββατο, *πηγαίναμε* (we were going) στην εκκλησία.
Δεν *ζούσαν* (they were living) στην Ελλάδα, αλλά στην Ιταλία.
*Αγοράζατε* (you were buying) φρούτα από τον υπαίθριο αγορά;
Κάθε πρωί *έπαιρνα* (I used to take) το σκυλί μου για μια βόλτα.
*Έμενα* (I was staying) στο σπίτι συνήθως κατά την διάρκεια των διακοπών.
Αυτοί *έβλεπαν* (they were watching) την τηλεόραση όλη την ώρα.
Εμείς *δουλεύαμε* (we were working) σκληρά για να ζήσουμε ευτυχισμένα.
Η Μαρία *έγραφε* (she was writing) ομορφιές σε ένα τετράδιο.
Αυτοί *κοιμόντουσαν* (they were sleeping) όταν ήρθες;
Εμείς δεν *καταλαβαίναμε* (we did not understand) την ερώτηση.
Το παιδί *πήγαινε* (was going) στο σχολείο κάθε μέρα.
Εγώ *έφερνα* (I used to bring) λουλούδια στην γιαγιά μου συνεχώς.
Εκείνοι *τρώγανε* (they were eating) στο εστιατόριο της γωνίας.
Η δασκάλα *δίδασκε* (she was teaching) μαθηματικά.
Την έβλεπες όταν *έπεφτε* (she was falling).
Δεν *ζούσαν* (they were living) στην Ελλάδα, αλλά στην Ιταλία.
*Αγοράζατε* (you were buying) φρούτα από τον υπαίθριο αγορά;
Κάθε πρωί *έπαιρνα* (I used to take) το σκυλί μου για μια βόλτα.
*Έμενα* (I was staying) στο σπίτι συνήθως κατά την διάρκεια των διακοπών.
Αυτοί *έβλεπαν* (they were watching) την τηλεόραση όλη την ώρα.
Εμείς *δουλεύαμε* (we were working) σκληρά για να ζήσουμε ευτυχισμένα.
Η Μαρία *έγραφε* (she was writing) ομορφιές σε ένα τετράδιο.
Αυτοί *κοιμόντουσαν* (they were sleeping) όταν ήρθες;
Εμείς δεν *καταλαβαίναμε* (we did not understand) την ερώτηση.
Το παιδί *πήγαινε* (was going) στο σχολείο κάθε μέρα.
Εγώ *έφερνα* (I used to bring) λουλούδια στην γιαγιά μου συνεχώς.
Εκείνοι *τρώγανε* (they were eating) στο εστιατόριο της γωνίας.
Η δασκάλα *δίδασκε* (she was teaching) μαθηματικά.
Την έβλεπες όταν *έπεφτε* (she was falling).
Exercise 2: Choose Imperfect verbs to fill in the blanks
*Έπαιζες* (you were playing) μουσική όλη την ώρα;
Ήταν δύσκολο, αλλά *μαθαίναμε* (we were learning) γρήγορα.
Εγώ ποτέ δεν *ένιωθα* (I never felt) μόνος.
Ο πατέρας μου *δούλευε* (he was working) ως αρχιτέκτονας.
*Πήγαινες* (you were going) συχνά στην παραλία;
Το βιβλίο ήταν ενδιαφέρον, έτσι *ανέγιναν* (they were reading) κάθε βράδυ.
Εμείς *φύτευαν* (we were planting) δέντρα στον κήπο.
Καθημερινά *συνεχίζατε* (you were continuing) να εξασκείστε.
Εγώ *ελησμόνησα* (I forgot) τι είπα χθες.
Τον βοηθούσε όταν *έπεφτε* (he was falling).
Συχνά *γράφαμε* (we were writing) για την άνοιξη.
Πάντα *σέβεται* (he respected) τους γονείς του.
Πώς *νιώθατε* (did you feel) όταν έγινες προπονητής;
Έγραφα στο καθημερινό ημερολόγιο, αλλά όλοι *γελούσαν* (were laughing).
Κάθε καλοκαίρι, *δημιουργούσα* (I was creating) ένα νέο έργο ζωγραφικής.
Ήταν δύσκολο, αλλά *μαθαίναμε* (we were learning) γρήγορα.
Εγώ ποτέ δεν *ένιωθα* (I never felt) μόνος.
Ο πατέρας μου *δούλευε* (he was working) ως αρχιτέκτονας.
*Πήγαινες* (you were going) συχνά στην παραλία;
Το βιβλίο ήταν ενδιαφέρον, έτσι *ανέγιναν* (they were reading) κάθε βράδυ.
Εμείς *φύτευαν* (we were planting) δέντρα στον κήπο.
Καθημερινά *συνεχίζατε* (you were continuing) να εξασκείστε.
Εγώ *ελησμόνησα* (I forgot) τι είπα χθες.
Τον βοηθούσε όταν *έπεφτε* (he was falling).
Συχνά *γράφαμε* (we were writing) για την άνοιξη.
Πάντα *σέβεται* (he respected) τους γονείς του.
Πώς *νιώθατε* (did you feel) όταν έγινες προπονητής;
Έγραφα στο καθημερινό ημερολόγιο, αλλά όλοι *γελούσαν* (were laughing).
Κάθε καλοκαίρι, *δημιουργούσα* (I was creating) ένα νέο έργο ζωγραφικής.